Δεδομένου ότι ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας κήρυξε τη νόσο COVID-19 ως πανδημία προ έτους οι εντατικές προσπάθειες της διεθνούς κοινότητας έχουν πλέον επικεντρωθεί στους εκτεταμένους εμβολιασμούς. Τα εμβόλια δεν προσφέρουν άμεση προστασία έναντι του κορωνοϊού. Χρειάζεται χρόνος στο ανοσοποιητικό σύστημα για να δημιουργήσει αντισώματα. Επομένως, το διάστημα μέχρι την επίτευξη ανοσοαπόκρισης  χρήζει ιδιαίτερης προσοχής γιατί εξακολουθούμε να είμαστε ευπαθείς έναντι της νόσου.

Μέχρι τον περσινό Δεκέμβριο το μόνο ευρέως διαδεδομένο εμβόλιο ήταν το αντιγριπικό. Άραγε σε ποιο βαθμό μπορεί το αντιγριπικό να προστατεύσει από τη νόσο COVID-19;

Πρόσφατη δημοσιευμένη μελέτη στο American Journal of Infection Control έδειξε ότι οι εμβολιασμένοι (με το αντιγριπικό εμβόλιο) ασθενείς είχαν χαμηλότερες πιθανότητες να χρειαστούν νοσηλεία και να διασωληνωθούν εφόσον νοσήσουν από COVID-19. Επίσης, είχαν περισσότερες πιθανότητες βραχύτερης νοσηλείας (εάν ήταν αναγκαία η εισαγωγή τους). Οι ερευνητές σημείωσαν ότι η προστατευτική συσχέτιση μεταξύ του αντιγριπικού και της νόσου COVID-19 μπορεί να οφείλεται σε κοινωνικοοικονομικούς παράγοντες. Φαίνεται ότι τα άτομα που εμβολιάζονται ετησίως με το αντιγριπικό εμβόλιο ανήκουν συνήθως σε μεσαία και υψηλότερη κοινωνικοοικονομική τάξη, προσέχουν την υγεία τους και τηρούν με αυστηρότητα τους κανόνες κοινωνικής αποστασιοποίησης ως επίσης και τα λοιπά προστατευτικά μέτρα υγιεινής.

Ωστόσο, οι επιστήμονες σημείωσαν ότι υπάρχει ένας «υποθετικός αλλά εύλογος ανοσολογικός μηχανισμός». Τα εμβόλια της γρίπης θα μπορούσαν να οδηγήσουν τον ανθρώπινο οργανισμό σε εκπαιδευμένη ανοσία . Έτσι η ήδη υπαρκτή ανοσοαπόκριση μετά το αντιγριπικό εμβόλιο μπορεί να ενεργοποιηθεί ως απόκριση και σε μη ειδικό αντιγόνο. Το ίδιο είχε διαπιστωθεί στο παρελθόν όταν ένα συγκεκριμένο εμβόλιο κατά της φυματίωσης αποδείχθηκε αποτελεσματικό και κατά του κίτρινου πυρετού και της ελονοσίας.

Από το Δεκέμβριο άρχισε παγκοσμίως ο εμβολιασμός έναντι της νόσου COVID-19 και το πρώτο καίριο ερώτημα που ανακύπτει είναι:

Οι εμβολιασμένοι άνθρωποι μπορούν να νοσήσουν από COVID-19;

Στις 23/03/2021 δημοσιεύτηκαν στο New England Journal of Medicine οι πρώτες δύο μελέτες που ερευνούσαν την πιθανότητα προσβολής του εμβολιασμένου πληθυσμού από COVID-19. Στη μία μελέτη 4 άτομα στους 8.121 πλήρως εμβολιασμένους υπαλλήλους στο Πανεπιστήμιο του Τέξας μολύνθηκαν από τη νόσο και στη δεύτερη μελέτη 7 στους 14.990 εργαζόμενους στο UC San Diego Health είχαν θετικό τεστ δύο ή περισσότερες εβδομάδες μετά τη λήψη της δεύτερης δόσης είτε του εμβολίου Pfizer-BioNTech ή του εμβολίου της Moderna.

Αυτές οι ελάχιστες περιπτώσεις υποδηλώνουν έντονα ότι οι εμβολιασμένοι άνθρωποι δεν είναι ανίκητοι ειδικά όταν ο ιός συνεχίζει να κυκλοφορεί ευρέως.  Επομένως, οι ερευνητές τονίζουν την αναγκαιότητα χρήσης μάσκας έως ότου εμβολιαστεί το μεγαλύτερο τμήμα του πληθυσμού παγκοσμίως.

Ωστόσο, μερικοί μόνο από τους θετικούς στον ιό παρουσίασαν ήπια συμπτώματα, οι λοιποί ήταν πλήρως ασυμπτωματικοί υποδηλώνοντας ότι το εμβόλιο είναι άκρως προστατευτικό.

Επόμενη κρίσιμη ερώτηση που ανακύπτει είναι:

Τα εμβόλια έναντι της νόσου COVID-19 σταματούν τη μετάδοση του ιού;

Δεδομένα από το Πανεπιστήμιο του Cambridge και από τη Σχολή Δημόσιας Υγείας του Harvard έδειξαν σε προκαταρκτική μελέτη ότι έστω και μία δόση του εμβολίου μειώνει το δυναμικό μετάδοσης κατά 61% ή και περισσότερο. Αναλυτικότερα, διαπιστώθηκε ότι το ιικό φορτίο μειώνεται κατά τέσσερις φορές στους εμβολιασμένους ανθρώπους που τυχαίνει να προσβληθούν από τον κορωνοϊό 12 έως 28 μέρες μετά την πρώτη δόση του εμβολίου. Αυτά τα μειωμένα ιικά φορτία υποδηλώνουν μείωση της μολυσματικότητας των εμβολιασμένων ατόμων και κατ’ επέκταση μείωση της εξάπλωσης του ιού. Διεθνούς φήμης ερευνητές από το Johns Hopkins συνηγορούν με αυτή τη διαπίστωση.

Τέλος, επιστήμονες από τη Σχολή Δημόσιας Υγείας του Υale δηλώνουν ότι ο εμβολιασμός μπορεί να μειώσει τη μεταδοτικότητα της νόσου ακόμα και αν δεν αποτρέπει εντελώς τη μόλυνση των εμβολιασμένων.

Παρόλο που μεγάλες ερευνητικές μελέτες έχουν δείξει την ασφάλεια των εμβολίων έναντι της νόσου COVID-19 ορισμένοι μύθοι συνεχίζουν να διαδίδονται στο διαδίκτυο. Η γνώση των γεγονότων είναι απαραίτητη για την άρση των μύθων αυτών. Παρατίθενται παρακάτω  αδιάσειστα επιστημονικά δεδομένα.

    • Τα εμβόλια έναντι της νόσου COVID-19 δε μεταδίδουν τον ιό στον άνθρωπο. Τα εμβόλια ενσωματώνουν μόνο μικρά τμήματα γενετικού υλικού του ιού στον άνθρωπο που καταστρέφονται άμεσα και δεν μπορούν να μεταδώσουν τον ιό στον άνθρωπο. Το μόνο που κάνουν είναι να ενεργοποιήσουν το ανοσοποιητικό σύστημα έναντι του κορωνοϊού για να παράξει προστατευτικά αντισώματα.
    • Τα εμβόλια δεν επηρεάζουν το DNA των εμβολιασμένων. Δεν υπάρχει η παραμικρή δυνατότητα το mRNA του ιού που ενίεται στον άνθρωπο να εισέλθει στον πυρήνα των κυττάρων και να επηρεάσει το DNA του εμβολιασμένου ατόμου.
    • Τα εμβόλια έναντι της νόσου COVID-19 δεν επηρεάζουν τη γονιμότητα των γυναικών. Δεν υπάρχουν μελέτες μέχρι σήμερα που υποστηρίζουν ότι τα εμβόλια επηρεάζουν την αναπαραγωγική ικανότητα των γυναικών. Ωστόσο, η έρευνα συνεχίζεται σε αυτόν τον τομέα.

Όσον αφορά τις ανεπιθύμητες ενέργειες μετά τον εμβολιασμό οι πιο συχνές είναι: κεφαλαλγία, κακουχία, μυαλγίες, άλγος στο σημείο εμβολιασμού και δεκατική πυρετική κίνηση. Οι ανεπιθύμητες ενέργειες εμφανίζονται συνήθως μετά τη δεύτερη δόση και υποχωρούν με χρήση παρακεταμόλης.

Είναι γνωστό ότι η ανοσοαπόκριση μετά τον εμβολιασμό εξαρτάται από πολλούς παράγοντες και ποικίλλει από άτομο σε άτομο. Επιστημονικά δεδομένα έχουν αποδείξει ότι ο επαρκής ύπνος επηρεάζει αρκετούς ανοσοποιητικούς παράγοντες και σχετίζεται με μειωμένο κίνδυνο μόλυνσης, βελτιωμένη έκβαση της λοίμωξης και καλύτερη ανταπόκριση στα εμβόλιο. Η έλλειψη ύπνου αυξάνει τα επίπεδα των ορμονών του στρες και μειώνει τα επίπεδα της ιντεγκρίνης, ουσία που ενεργοποιεί τα Τ- λεμφοκύτταρα. Οι ασθενείς που στερούνται ύπνου (λιγότερο από 7 ώρες ανά διανυκτέρευση) έχουν χαμηλότερη απόκριση του ανοσοποιητικού συστήματος και είναι έντεκα φορές πιθανότερο να παραμείνουν απροστάτευτοι παρά τον εμβολιασμό.

How worried should you be about new COVID-19 variants? | EuronewsΠαρόλο που τα εμβόλια έχουν δείξει σημαντικά οφέλη, οι επιστήμονες συνεχίζουν την έρευνα με τους εξής στόχους:

  • Βελτίωση της αποτελεσματικότητας των υπαρχόντων εμβολίων κατά των μεταλλαγμένων παραλλαγών του ιού.
  • Πιθανή ανάπτυξη επιπλέον δόσεις των εμβολίων για ενίσχυση της ανοσίας έναντι των νέων στελεχών.
  • Βελτίωση της αποτελεσματικότητας των εμβολίων όσον αφορά την πρόληψη της μετάδοσης του ιού.
  • Έλεγχο της ασφάλειας και της αποτελεσματικότητας των εμβολίων σε παιδιά και εφήβους (6-16 ετών).